The world I love:my novels, my favorite themes

Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016

ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΠΑΡΟΥΣΙΕΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ
ΣΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ
Της Dimitra Papanastasopoulou




Η γυναικεία παρουσία δεν έλειψε ποτέ από τις μυθολογίες των λαών, αφού από την όποια θέση της συμμετείχε στο παιγνίδι των πραγματικών δυνάμεων, έστω παραμένοντας στην αφάνεια, λειτουργώντας ως αίτιο ή πρόσχημα μιας ανδρικής πράξης. Έτσι, η παρουσία τη γυναίκας στην λογοτεχνία της αρχαιότητας δεν αγνοείται, αλλά προβάλλεται μέσω ορισμένων μορφών, που συνδέονται άμεσα με την σταθεροποίηση των δρσμών ανάμεσα στις δύο χώρες.

Εμείς από εδώ θα περιοριστούμε στις μαρτυρίες της ελληνικής δραματουργίας και της ιστορικής πραγματείας του Ηρόδοτου, με σκοπό να εξετάσουμε την πολιτισμική αξία που αντιπροσωπεύουν τρείς συγκεκριμένες γυναικείες περιπέτειες, με διπλό γεωγραφικό σκηνικό- την Ελλάδα και την Αίγυπτο. Θα ιδούμε τις περιπέτειες της Ιούς, των Δαναϊδων και της Ελένης.
Η Ιώ εμφανίζεται στον Προμηθέα Δεσμώτη και οι Δαναϊδες στις Ικέτιδες του Αισχύλου, ενώ η Ελένη εμφανίζεται στο ομώνυμο δράμα του Ευρυπίδη.
Ο Ηρόδοτος, μγάλος θαυμαστής του Αιγυπτιακού πολιτισμού, εκθέτει με λεπτομέρειες την αιγυπτιακη εκδοχή της μοιραίας γυναίκας της Σπάρτης, ενώ κάνει σποραδικά, αλλά εύγλωττα, νύξεις στους απογόνους της Ιούς και στη γενιά του Δαναού.

Αν και οι παραπάνω γυναικείες φιγούρες δεν είναι ταυτόσημες, παρουσιάζουν αρκετά κοινά σημεία με την έννοια ότι στη ζωή της καθεμιάς υπάρχουν κοινά στοιχεία:
-όλες έχουν ζήσει και στην Ελλάδα και στην Αίγυπτο
-το ταξίδι τους (από την Ελλάδα στην Αίγυπτο ή αντίθετα) είναι αποτέλεσμα φυγής και μάλιστα εσπευσμένης
-η φυγή συνδέεται στενά με το ερωτικό πάθος ενός αρσενικού(θεού ή θνητού)
-ο έρωτας σε όλες τις περιπτώσεις εμφανίζεται ως αθέμιτος ή άτιμος, ενώ στερείται αμοιβαιότητας.

Μετά από τα παραπάνω, θα προσπαθήσουμε να επισημάνουμε τους τρόπους μέσω των οποίων ο τραγικός και ο ιστορικός λόγος υπογραμμίζουν τις συγγένειες αίματος και τις πολιτισμικές συγγένειες των δύο λαών, μέσα από τις ιστορίες αυτών των γυναικών.

Αρχίζουμε με την φοβερή περιπλάνηση της Ιούς, χωρίς την οποία δεν θα είχε προκύψει η περιπέτεια των Δαναϊδων(σύμφωνα, φυσικά, με τους μύθους).
Κυνηγημένη από τον έρωτα του Δία, αλλά και από τη ζήλεια της Ήρας, η Αργεία ιέρεια θα μεταμορφωθεί σε αγελάδα, με μεσολάβηση της Ήρας. Μόνο, που αυτό το τέχνασμα δεν απαλλάσσει την Ιώ από το πάθος του Δία, που την πλησιάζει για να ενωθεί μαζί της, παίρνοντας τη μορφή ενός ταύρου.
Η Ήρα, δεν αρκέστηκε να μεταμορφώσει την Ιώ σε αγελάδα∙ φρόντισε να εξαπολύσει εναντίον της και τον οίστρο, το φρικτό έντομο που κυνηγά το θύμα του ανηλεώς, υποχρεώνοντάς την να τρέχει διαρκώς για να αποφύγει τα δεινά του τσιμπήματα.
Η Ιώ τρέχει ως τρελή, διασχίζει χώρες χωρίς την δυνατότητα να σταματήσει, να πάρει ανάσα, να ξεκουραστεί. Ο Αισχύλος, στον Προμηθέα Δεσμώτη, παρουσιάζει πολύ εκφραστικά την αξιοθρήνητη κατάστασή της, ακόμη και την στιγμή που συνδιαλέγεται με τον Προμηθέα.




«Ποιά χώρα; Τι έθνος; Ποιός τάχα είναι αυτός που τον βλέπω σ’ αυτό τον γκρεμνό καρφωτό να τον δέρνουνε τέτοιες φουρτούνες; Σαν τι κρίμα πλερώνεις μ’ αυτή την ποινή, που κακοθανατάς; Πε μου, ω, πε μου, σε ποιά χώρα γης να πλανήθηκα η μαύρη;
Αχ! Αχ! Πάλι την άθλια με κεντά ένας οίστρος... να το, του Αργού το φάντασμα του γίγαντα∙ βόηθα θεέ! Τον βλέπω, να ο βοσκός με μύρια μάτια πού’ρχεται και σκιαχτά τριγύρω του τηρά που και νεκρό δεν τόνε κρύβει η γης, μ’απ΄’τον κάτω κόσμο βγαίνοντας σαλαγάει και με γυρνά στην άμμο του γιαλού την άθλια νησιτικιά.
Και το σουραύλι του βαριά σφυρίζει ένα σκοπό που σα νανούρισμα ύπνο φέρνει. Αλίμονό μου αλί! Πού πάλι με τραβούν οι μακροπεριπλάνητοι παραδαρμοί; Σε τι με βρήκες να’φταιξα, του Κρόνου γιέ, σε τί; Και μες σε τέτοιες συμφορές μ’ έζεψες, οϊμέ, κι έτσι με τυραννάς τη μαύρη με άγριας τρέλας σκιάξιμο έξω νού;
Φωτιά ρίξε και κάψε με, ή χώσε με στη γης, δώσε με στα θεριά του πέλαου να με φάν, μα μη αποστρέψεις θε μου, τις ευχές μου∙ με σώνει όσοι με γύμνασαν μακροπαραδαρμοί, και να μην ξέρω πού  τέλος θα βρουν οι συμφορές μου.
Ακούεις της βοϊδοκέρατης παρθένας τη φωνή;» (Απόδοση Γρυπάρη, στ. 566-589)


Η περιπλανώμενη ιέρεια θα απαλλαγεί από το μαρτύριο και θα καταφέρει να γεννήσει τον θεϊκό γιό της Έπαφο, όταν φτάσει στην χώρα των Αιγυπτίων. Η νέα πατρίδα θα της προσφέρει την ειρήνη και την ανάπαυση, ενώ ο Έπαφος θα ενωθεί με την Αιγυπτία Μέμφιδα και θα γεννήσουν την Λιβύη και τον Βήλο. Ο Βήλος θα γεννήσει με τη σειρά του τον Δαναό και τον Αίγυπτο.
Οι Δαναϊδες και οι Αιγυπτιάδες, η ιστορία των οποίων αποτελεί το έναυσμα των Ικέτιδων, είναι αντίστοιχα οι κόρες και οι γιοί των δύο αδελφών, δισέγγονων της Ιούς.

Όταν η Ιώ συναντά τον τιμωρημένο Προμηθέα στην αισχύλια τραγωδία, του ζητά να της αποκαλύψει το πεπρωμένο της κι εκείνος της απαντά ότι ο δρόμος της θα τερματιστεί στην Αίγυπτο. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι ο τιτάνας της δίνει γενικές, γεωγραφικές πληροφορίες για την χώρα του Νείλου, αλλά δεν λέει λέξη για τον αιγυπτιακό λαό. Είναι χρήσιμο να κρατήσουμε αυτό το γεωγραφικό στοιχείο, όχι επειδή είναι κατατοπιστικό και πρακτικό, αλλά επειδή φανερώνει τον σεβασμό του Αισχύλου για την Αίγυπτο, την σχεδόν ευλάβειά του για το ιερό της ποτάμι της αφθονίας, τον Νείλο που τη διασχίζει.
Βάζει, λοιπόν, στο στόμα του Προμηθέα «ένα σημείο όπου πάνω απ’ τα βουνά της Βύβλου, χύνει ο Νείλος τα ιερά και σωτήρια νερά του», δηλαδή, η Ιώ θα απαλλαγεί από τα βάσανά της σε μια πόλη χτισμένη στην όχθη αυτού του ευεργετικού ποταμού.
Και ο ακριβής τόπος τελικά εντοπίζεται στον ιερό τοπίο της Κανόβου, ενός ιερού τόπου για τους αρχαίους Έλληνες, πράγμα καθόλου τυχαίο ή αυθαίρετο.
Ο Αισχύλος δεν μας δίνει περισσότερες λεπτομέρειες, επειδή η μνεία της χώρας θα γίνει αργότερα, στις Ικέτιδες.

Ραντεβού την επόμενη εβδομάδα με την ιστορία των Δαναϊδων!


 



Σάββατο 25 Ιουνίου 2016

ΡΟΜΠΕΡΤ ΦΑΛΚΟΝ ΣΚΟΤ
Μέρος Γ΄
Αποστολή Terra Nova
Της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου






Στην σημερινή ανάρτηση θα παρακολουθήσουμε την δεύτερη πολύ σπουδαία και δραματική αποστολή του Σκότ, που σημαδεύτηκε  από τον θάνατό του.

Στο Ενημερωτικό Δελτίο για την αποστολή, ο Σκότ δήλωνε ότι κύριος στόχος της ήταν «... να φτάσει στον Νότιο Πόλο και να εξασφαλίσει για την Βρετανική Αυτοκρατορία την τιμή αυτού του επιτεύγματος...», με τον Μάρκχαμ να παρατηρεί ότι ο Σκότ είχε καταληφθεί από την μανία του Πόλου.
Ο Σκότ ξεκίνησε ενθουσιασμένος για να λάβει ένα τηλεγράφημα, ενώ βρισκόταν στην Μελβούρνη τον Οκτώβριο του 1910, από τον Ρόαλντ Άμουνδσεν, τον διάσημο Νορβηγό εξερευνητή, ήδη γνωστόν για την επιτυχημένη του διάσχιση του Βορειοδυτικού Περάσματος, που τον πληροφορούσε για τα σχέδιά του για τον Νότιο Πόλο.
Πριν λάβει το τηλεγράφημα, ο Σκότ είχε την δυνατότητα να καθορίζει την αποστολή, σύμφωνα με τις προτιμήσεις του, χωρίς περιορισμούς. Όσο για τις μεταφορές, είχε αποφασίσει να χρησιμοποιήσει μια μικτή στρατηγική, με τη χρησιμοποίηση και σκυλιών και αλόγων, αλλά και μηχανοκίνητων και χειροκίνητων ελκήθρων.
Δεν είχε ιδέα για τις όποιες δυνατότητες των αλόγων, αλλά η φαινομενικά επιτυχημένη χρήση τους από τον Σάκλετον (σε προηγούμενη δική του αποστολή) τον έπεισαν και τα συμπεριέλαβε. Ο ειδικός στους σκύλους Σεσίλ Μίαρς είχε πάει στη Σιβηρία για να επιλέξει τα πλέον κατάλληλα ζώα και ο Σκότ του είχε πει να αγοράσει και Μαντσουριανά πόνι. Ωστόσο, ο Μίαρς δεν γνώριζε τίποτε για την αγορά αλόγων και όσα αγόρασε έμελε να αποδειχθούν κακή αγορά. Ο ίδιος ο Σκότ ταξίδεψε στην Γαλλία και στην Νορβηγία για να αγοράσει μηχανοκίνητα έλκηθρα, ενώ προσέλαβε και τον Μπέρναρντ Ντέη, που ήταν μέλος στην αποστολή του Σάκλετον και ειδικός στο θέμα των ελκήθρων.

Μια σειρά από ατυχίες δυσχέραιναν τις εργασίες και μείωσαν τις δυνατότητες της αποστολής για σωστότερη προετοιμασία ως προς την πολική πορεία τους.
-Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από τη Νέα Ζηλανδία για την Ανταρκτική, το πλοίο  Terra Nova παγιδεύτηκε για 20 ολόκληρες μέρες στον πάγο, ένα πολύ μεγάλο διάστημα, με αποτέλεσμα να χαθεί πολύτιμος χρόνος προετοιμασίας πριν την έλευση του ανταρκτικού χειμώνα.
-Ένα από τα μηχανοκίνητα έλκηθρα χάθηκε κατά την εκφόρτωσή του από το πλοίο, εφ’ όσον ο θαλάσσιος πάγος υποχώρησε από το βάρος του και το έστειλε στον πάτο.
-Η επιδείνωση των καιρικών συνθηκών και τα ακατάλληλα πόνι επηρέασαν τον αρχικό εφοδιασμό και, αναγκαστικά, το βασικό απόθεμα, στο οποίο θα γινόταν ο ανεφοδιασμός της αποστολής (one ton depot) όπου είχε αποθηκευθεί ένας τόνος προμηθειών, βρισκόταν 35 μίλια βορειότερα από την προγραμματισμένη θέση του. Ο Λώρενς Όατς, υπεύθυνος των πόνι, συμβούλευσε τον Σκότ να σκοτώσουν μερικά πόνι για τροφή, αλλά εκείνος αρνήθηκε.
«Κύριε, φοβάμαι ότι θα μετανοιώσετε που δεν ακολουθήσατε τη συμβουλή μου», ήταν η καταγεγραμένη προφητική απάντηση του Όατς.
Έξι πόνι έχασαν τη ζωή τους σ΄αυτό το ταξίδι. Με την επιστροφή τους στη βάση, η αποστολή έλαβε γνώση για την παρουσία του Άμουνδσεν που είχε κατασκηνώσει με το πλήρωμα και τα σκυλιά του στον Κόλπο των Φαλαινών, 200 μίλια ανατολικώτερα.

Ο Σκότ δεν τροποποίησε το πρόγραμμά του, γράφοντας «... το σωστό, καθώς και η σοφώτερη διαδρομή, είναι για μας να προχωρήσουμε ακριβώς σαν αυτό να μην είχε συμβεί...» (σαν να μην υπήρχε αντίπαλος).
Αναγνώριζε ότι η εμπειρία των Νορβηγών ήταν μεγαλύτερη, ότι η δική τους βάση ήταν πιο κοντά στον Πόλο, ότι οι Νορβηγοί υπερτερούσαν στην οδήγηση ελκήθρων με σκυλιά, αλλά ο Σκότ θεωρούσε ότι είχε πλεονέκτημα το ταξίδι σε μια γνωστή διαδρομή (είχε βρεθεί εκεί με τον Σάκλετον). Και μετά από μια επιτυχημένη αποστολή στο ακρωτήριο Κρόϊζιερ για εξασφάλιση αυγών αυτοκρατορικών πιγκουϊνων κατά τη διάρκεια του χειμώνα, σημειώνει «... είμαι βέβαιος ότι είναι τόσο κοντά στην τελειότητα όσο η εμπειρία μπορεί να κατευθυνει...»

Η πορεία 4 ανδρών για τον Νότο ξεκίνησε την 1η Νοεμβρίου 1911 με τον Σκότ να μη δίνει σαφείς οδηγίες στους εναπομείναντες άνδρες για τη χρήση των σκυλιών. Καθώς οι διαδοχικές ομάδες υποστήριξης ολοκλήρωναν την αποστολή τους και επέστρεφαν στη βάση, η ομάδα του Νότου μειωνόταν σταθερά.




(Η πράσινη γραμμή δείχνει την πορεία της ομάδας του Σκότ και η κόκκινη του Άμουνδσεν)




Στις 4 Ιανουαρίου 1912, οι δύο τελευταίες ομάδες των τεσσάρων είχαν φτάσει στο γεωγραφικό πλάτος 87◦ 34΄S. Ο Σκότ ανακοίνωσε την απόφασή του: πέντε άνδρες θα συνέχιζαν, ενώ τρείς θα επέστρεφαν στη βάση. Η επιλεγμένη ομάδα έφτασε στον Πόλο στις 17 Ιανουαρίου 1912, για να διαπιστώσει ότι ο Άμουνδσεν είχε φτάσει πρώτος, πέντε ολόκληρες εβδομάδες νωρίτερα...
«Το χειρότερο συνέβη... όλα τα όνειρα της ημέρας χάθηκαν... Μεγαλοδύναμε! Απαίσιο μέρος...», γράφει ο Σκότ στο ημερολόγιό του.
Δύο μέρες αργότερα, η αποκαρδιωμένη ομάδα ξεκίνησε να επιστρέψει στη βάση της, διασχίζοντας 800 μίλια. Παρά τις άσχημες καιρικές συνθήκες, η ομάδα προχωρούσε και διένυσε τα πρώτα 300 μίλια μέχρι την 7η Φεβρουαρίου. Στη  συνέχεια έπρεπε να κατεβούν τον παγετώνα Μπίαρντμορ, αλλά η φυσική κατάσταση του Έβανς ήταν άσχημη (μια πτώση του τρείς μέρες νωρίτερα τον είχε αφήσει σχεδόν ανίκανο να συνεχίσει) και δέκα μέρες αργότερα, την 17η Φεβρουαρίου, μια νέα πτώση στάθηκε μοιραία. Ο Έβανς άφησε την τελευταία του πνοή στους πρόποδες του παγετώνα.
Στα μισά της διαδρομής, οι προοπτικές επιβίωσης της ομάδας δεν ήταν καλές. Αντιμετώπιζαν πείνα και εξάντληση, κρυοπαγήματα και φωτοκερατίτιδα λόγω των επιδεινούμενων καιρικών συνθηκών. Την 16η Μαρτίου, ο Όατς, υποφέροντας από ένα παλιό πολεμικό τραύμα, που δεν του επέτρεπε πλέον να περπατήσει, βγήκε από τη σκηνή λέγοντας «απλώς πηγαίνω έξω και μπορεί να λείψω λίγο», βαδίζοντας εν γνώσει του προς τον βέβαιο θάνατό του.
Οι εναπομείναντες συνέχισαν την πορεία τους και μετά από τρείς μέρες κατασκήνωσαν 11 μίλια μακριά από το one ton depot. Όταν ξύπνησαν, μια σφοδρότατη χιονοθύελλα τους εμπόδισε να κινηθούν. Τις επόμενες εννέα φρικτές μέρες τα αποθέματα της τροφής τους εξαντλήθηκαν, τα δάχτυλά τους πάγωσαν, το φως ήταν ελάχιστο και η θύελλα συνέχιζε να μαίνεται έξω από τη σκηνή τους, αδιαφορώντας για το δράμα των τριών ανδρών.
Απελπισμένος ο Σκότ, γράφει στο ημερολόγιο: «Τελευταία καταχώρηση. Για τ’ όνομα του Θεού, φροντίστε τους ανθρώπους μας...», έχοντας αφήσει γράμματα για τη μητέρα του Γουίλσον, τη μητέρα του Μπόουερς, για αρκετούς σημαντικούς ανθρώπους, για τη μητέρα και τη σύζυγό του, και ένα «Μήνυμα προς το Κοινό», υπερασπιζόμενος την αποστολή.

«... αν είχαμε ζήσει, θα είχα να διηγηθώ μια ιστορία για την τόλμη, την αντοχή και το θάρρος των συντρόφων μου που θα συγκινούσε την καρδιά κάθε Άγγλου...»

Ο Σκότ πέθανε στις 29 ή στις 30 Μαρτίου 1912. Οι θέσεις των πτωμάτων στην σκηνή, όταν ανακαλύφθηκαν οκτώ μήνες αργότερα από την υπόλοιπη αποστολή, υποδεικνύουν ότι ο Σκότ πέθανε τελευταίος.
Το ημερολόγιό του ήρθε στο φως εκατό χρόνια αργότερα(2012).





Σάββατο 18 Ιουνίου 2016

ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΛΗΡ
Του ΟΥΙΛΛΙΑΜ ΣΑΙΞΠΗΡ
Από την Δήμητρα Παπαναστασοπούλου





Σειρά στο αφιέρωμα στον Άγγλο δραματουργό έχει το πολύ γνωστό και πολυπαιγμένο έργο του «Βασιλιάς Λήρ», μια τραγωδία στην οποία βλέπουμε τα οδυνηρά αποτελέσματα της κολακείας και που γράφηκε ανάμεσα στα 1605-1606.
Λέγεται ότι η κυριότερη πηγή έμπνευσης ήταν «Τα χρονικά της Αγγλίας, Σκωτίας και Ιρλανδίας» του Ραφαέλ Χόλινσεντ, που εκδόθηκε το 1587. Ο Χόλινσεντ, με τη σειρά του, βρήκε την ιστορία σε ένα έργο του 12ου αιώνα, το « Historia Regum Britanniae» του Τζέφρυ Μονμάουθ ( ο κλέψας του κλέψαντος, δηλαδή...).

Ο Βασιλιάς της Βρετανίας Λήρ, καθώς γερνά και επιθυμεί να αποσυρθεί από τα καθήκοντά του, αποφασίζει να μοιράσει τα υπάρχοντά του στις τρείς κόρες του, ανακοινώνοντας ότι το μεγαλύτερο μερίδιο θα το πάρει
«εκείνη που τον αγαπά περισσότερο από τις άλλες».
Η μεγαλύτερη, η Γκόνεριλ, παίρνει το λόγο πρώτη και λέει ότι τον αγαπά πολύ, χρησιμοποιώντας κολακευτικές φράσεις. Είναι τόσο κολακευτικά τα λόγια της που ο γέρο-Λήρ είναι σίγουρος ότι είναι εκείνη που τον αγαπά περισσότερο, πριν μιλήσουν οι άλλες δύο.
Η Ρέγκαν, η δεύτερη κόρη, μιλά λιγότερο κολακευτικά και ο πατέρας της αποφασίζει να της δώσει ένα μερίδιο.
Όταν έρχεται η σειρά της νεότερης, της Κορντήλια, εκείνη αρνείται να πει ο,τιδήποτε.
«Τίποτε δεν έχω να πω, Κύριέ μου, γιατί δεν υπάρχει κάτι που να το συγκρίνω με την αγάπη που τρέφω για σένα, δεν υπάρχουν λόγια για να εκφράσουν τα αισθήματά μου».
Λόγια τίμια και μονοκόμματα, που θυμώνουν τον Βασιλιά. Και, πάνω στον θυμό του, αποκληρώνει την Κορντήλια, μοιράζοντας το μερτικό της στις άλλες δύο...

Οι Κόμητες του Γκλότσεστερ και του Κέντ, σύμβουλοι του Λήρ, παρατηρούν ότι ο Βασιλιάς, στην ουσία, μοίρασε την περιουσία του στους Δούκες του Ώλμπανυ(συζύγου της Γκόνεριλ) και της Κορνουάλης(συζύγου της Ρέγκαν). Μάλιστα ο Κόμης του Κέντ, πιστός στον Βασιλιά του, δεν διστάζει να πει στον Λήρ ότι φέρθηκε άδικα στην Κορντήλια. Ο Λήρ, έξαλος, τον εξορίζει από τη χώρα, απομακρύνοντας έναν πιστό άνδρα από κοντά του...
Στο μεταξύ, έχουν ζητήσει το χέρι της Κορντήλια ο Δούκας της Βουργουνδίας και ο Βασιλιάς της Γαλλίας. Ο Λήρ τους καλεί και τους ανακοινώνει ότι η Κορντήλια έχει αποκληρωθεί. Ο Δούκας της Βουργουνδίας αποσείρει την πρότασή του, αλλά ο Βασιλιάς της Γαλλίας, εντυπωσιασμένος από την τιμιότητα της πριγκίπισσας, την νυμφεύεται.





Ο Λήρ ανακοινώνει ότι θα ζει εναλλάξ, πότε στο σπίτι της Γκόνεριλ και πότε στο σπίτι της Ρέγκαν, μαζί με τους εκατό πιστούς ιππότες του. Οι δύο κόρες συζητούν μεταξύ τους, παραδεχόμενες ότι τα λόγια τους ήταν ψεύτικα. Δεν αγαπούν τον πατέρα τους- αντίθετα τον θεωρούν «ένα γέρο μισότρελο».
Ο εξόριστος Κόμης του Κέντ γυρίζει πίσω, μεταμφιεσμένος και καταφέρνει να τον προσλάβει ο Λήρ σαν υπηρέτη, με το όνομα Κάϊος, προσπαθώντας να είναι κοντά στον αφέντη του, ώστε να μπορεί να τού προσφέρει τη βοήθειά του. Κάποια στιγμή, ο Λήρ, παρουσία του Κάϊου, φιλονικεί με έναν αξιωματικό της Γκόνεριλ, και δεν αργεί να αντιληφθεί ότι η μεγάλη του κόρη, τώρα που έχει εξουσία, δείχνει την περιφρόνισή της στο πρόσωπό του, ότι δεν τον σέβεται διόλου. Η Γκόνεριλ φθάνει στο σημείο να διατάξει τον πατέρα της να συμπεριφέρεται καλύτερα και διώχνει τους ιππότες του.
Θυμωμένος ο Λήρ, φεύγει για το σπίτι της Ρέγκαν, ειδοποιώντας της με γράμμα που της το δίνει ο Κάϊος. Όταν εκείνος φθάνει και της δίνει το μήνυμα, η Ρέγκαν δίνει εντολή να τον αλυσσοδέσουν.
Ο Λήρ θυμώνει για τον τρόπο που μεταχειρίστηκαν τον αγγελιαφόρο του, αλλά δέχεται επίθεση και από τη δεύτερη κόρη του, παρόμοια μ’ εκείνη της πρώτης. Η Γκόνεριλ πηγαίνει μάλιστα εκεί και ο δυστυχισμένος Λήρ δέχεται διπλή επίθεση. Εξοργισμένος βγαίνει έξω, όπου επικρατεί θύελλα και καταρριέται τις αγνώμονες κόρες του, με τον Κόμη του Κέντ( Κάϊος) να τρέχει πίσω του να τον προστατεύσει.
Ο Λήρ αντιλαμβάνεται ότι ο μόνος πιστός που τού απέμεινε είναι τούτος ο νέος υπηρέτης- ο Κάϊος, αφού και οι ιππότες του σκόρπισαν και εξαφανίστηκαν. Ο Κάϊος τον οδηγεί σε ένα καταφύγιο.

Κυκλοφορεί η φήμη ότι η Βρετανία δέχεται γαλλική επίθεση, αλλά ο Έντμοντ, νόθος γιός του Κόμη του Γκλότσεστερ προδίδει τον πατέρα του στον Δούκα της Κορνουάλης, στην Ρέγκαν και στην Γκόνεριλ, λέγοντας ότι ο πατέρας του σχεδίασε αυτή την επίθεση, με σκοπό να χάσει ο Λήρ τον θρόνο του. Κι ενώ ο Έντμοντ φεύγει με την Γκόνεριλ να ειδοποιήσουν τον Δούκα του Ώλμπανυ, ο Κόμης του Γκλότσεστερ συλλαμβάνεται και τυφλώνεται από τον Δούκα της Κορνουάλης και την Ρέγκαν.
Ένας υπηρέτης του Κόμη επιτίθεται στον Δούκα και τον τραυματίζει θανάσιμα. Η Ρέγκαν σκοτώνει τον υπηρέτη και λέει στον τυφλωμένο Κόμη ότι ο Έντμοντ τον πρόδωσε∙ στη συνέχεια  τον πετά ανήμπορο έξω, στα χωράφια.
Η Γκόνεριλ, στο δρόμο για το σπίτι της, αρχίζει να βλέπει τον Έντμοντ πιο ωραίο από τον τίμιο άνδρα της, τον οποίο θεωρεί δειλό. Ο Δούκας του Ώλμπανυ έχει αντιληφθεί τα απαίσια φερσίματα των δύο αδελφών στον πατέρα τους και κατηγορεί τη γυναίκα του. Η Γκόνεριλ στέλνει πίσω στην αδελφή της τον Έντμοντ και μαθαίνοντας για τον θάνατο του Δούκα της Κορνουάλης, φοβάται μήπως η χήρα αδελφή της της κλέψει τον Έντμοντ.





Ο Κόμης του Κέντ(ή Κάϊος) οδηγεί τον μισότρελο από στενοχώρια Λήρ στον γαλλικό στρατό, επι κεφαλής του οποίου είναι η Κορντήλια. Ο Δούκας του Ώλμπανυ πείθεται και ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τους Γάλλους.
Ο Λήρ εμφανίζεται και δρα ως τρελός, φωνάζοντας ότι ο κόσμος είναι τελείως διεφθαρμένος και γι’ αυτό πρόκειται να χαθεί...
Ο Κόμης του Κέντ και η Κορντήλια τον φροντίζουν κι εκείνος σιγά-σιγά συνέρχεται.

Οι δύο αντίπαλοι στρατοί είναι έτοιμοι να συγκρουστούν, αλλά ο Δούκας του Ώλμπανυ δεν θέλει να βλάψει την Κορντήλια και τον Λήρ. Οι δύο αδελφές θέλουν τον Έντμοντ, η καθεμιά για τον εαυτό της, κι εκείνος κάνει σχέδια να θανατώσει τον Δούκα του Ώλμπανυ, τον Λήρ και την Κορντήλια.
Στην μάχη που δίδεται νικούν οι Άγγλοι και ο Λήρ με την Κορντήλια συλλαμβάνονται ως αιχμάλωτοι. Ο Έντμοντ τους απομακρύνει με σκοπό να τους σκοτώσει.
Οι Άγγλοι νικητές συναντιούνται και η Ρέγκαν ανακοινώνει ότι θα παντρευτεί τον Έντμοντ. Ο Δούκας του Ώλμπανυ φανερώνει τις ίντριγκες του Έντμοντ και της Γκόνεριλ και τον αποκαλεί προδότη. Η Ρέγκαν αρρωσταίνει, δηλητηριασμένη από την αδελφή της(Γκόνεριλ) και λίγο αργότερα πεθαίνει.
Ο Έντμοντ προκαλεί τον Δούκα του Ώλμπανυ σε ξιφομαχία, αλλά εμφανίζεται ένας μασκοφόρος φορώντας πανοπλία, που κανείς δεν ξέρει ποιός είναι και προκαλεί με τη σειρά του τον Έντμοντ, τον οποίο και τραυματίζει θανάσιμα. Θα αποδειχθεί ότι είναι ο νόμινος γιός του Κόμη του Γκλότσεστερ, ο Έντγκαρ, που ανακοινώνει ότι ο πατέρας του είναι νεκρός...




Ο Δούκας του Ώλμπανυ κατηγορεί τη γυναίκα του για σκευωρία θανάτου εναντίον του κι εκείνη φεύγει ντροπιασμένη, με την ψυχη της σε αναβρασμό, για να αυτοκτονήσει, μην αντέχοντας όλα όσα συνέβησαν.
Ο ετοιμοθάνατος Έντμοντ αποφασίζει, σαν μια έκλαμψη του απαίσιου χαρακτήρα του, να σώσει την Κορντήλια και τον Λήρ, είναι, όμως αργά. Εμφανίζεται ο Λήρ κρατώντας στην αγκαλιά του την νεκρή Κορντήλια, έχοντας ο ίδιος καταφέρει να σωθεί, σκοτώνοντας τον εκτελεστή της κόρης του, που θα γινόταν και δικός του εκτελεστής. Έρχεται και ο Κόμης του Κέντ, και τώρα ο Λήρ τον αναγνωρίζει. Είναι, όμως, τόσο συγκλονισμένος από τον θάνατο της Κορντήλια, που τώρα πια γνωρίζει το μέγεθος της αγάπης της, που πέφτει νεκρός.

Ο Δούκας του Ώλμπανυ ζητά από τον Κόμη του Κέντ και τον Έντγκαρ να αναλάβουν τον θρόνο, ο Κόμης αρνείται και ο θρόνος πηγαίνει στον Δούκα του Ώλμπανυ ( ή στον Έντγκαρ, σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή).